Καραμολέγκος Σπύρος
Ονομάζομαι Σπυρίδων Καραμολέγκος, συστήνομαι ως Σπύρος Κάπα και είμαι από
τη Θεσσαλονίκη. Στις 14/1/1995 αντίκρισα πρώτη φορά αυτόν τον κόσμο και τα
μάτια της μάνας μου. Εγγονός μιας σπουδαίας κλασσικής φιλολόγου και υιός μιας εξαιρετικής καθηγήτριας κειμένων νεοελληνικής λογοτεχνίας, εκδήλωσα από νωρίς μια έφεση για τις κλασσικές επιστήμες. Παρόλα αυτά το αντιδραστικό, εφηβικό μου πνεύμα, με οδήγησε να επιλέξω τις θετικές επιστήμες και να στραφώ προς τα μαθηματικά. Σπούδασα στο Πολυτεχνείο του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Πήρα μέρος στη μαθηματική ολυμπιάδα νοτιοανατολικής Ευρώπης, μετά την παρότρυνση ενός καθηγητή μου και κατάφερα να τιμήσω το Πανεπιστήμιό μου κερδίζοντας ένα χάλκινο μετάλλιο. Εκείνο ακριβώς το διάστημα ξεκίνησα να γράφω σκέψεις, στίχους, ποιήματα, κείμενα. Δυστυχώς δεν κουβαλάω περγαμηνές να παρουσιάσω, δεν έχω σπουδάσει τίποτα σχετικό με τη Γλώσσα, την Ποίηση ή την Τέχνη. Μου αρέσει όμως πολύ να προσεγγίζω αυτά τα τρία θεμέλια του πολιτισμού διαισθητικά. Ακούω πολύ μουσική, προβληματίζομαι, ταξιδεύω, επαναστατώ, ηρεμώ και απολαμβάνω u964 την ποίηση και τη λογοτεχνία ενώ έχω μια ιδιαίτερη συμπάθεια στην ιστορία. Ζω στη Θεσσαλονίκη και εργάζομαι από το σπίτι μου σε σχετικό με τις σπουδές μου αντικείμενο, ενώ συμπληρωματικά παραδίδω ιδιαίτερα μαθήματα μαθηματικών και φυσικής. Είναι η πρώτη μου απόπειρα συμμετοχής σε κάποια διοργάνωση ή καλλιτεχνικό γεγονός σχετικό με την ποίηση.
Είμαι
Είμαι σκιά που χάνεται στο φως.
Κλείσε τον διακόπτη να με δεις,
έλα, κάτσε λιγάκι κοντά μου.
Να με γνωρίσεις, να μιλήσουμε.
Έξω από κανόνες και νόρμες,
πλαίσια, τύπους και πρέπει.
Να αφουγκραστείς την αρετή
και την ανηθικότητά μου.
Να ακούσεις τη σιωπηλή κραυγή μου
και να με νιώσεις.
Είμαι ένας άγνωστος ποιητής,
στοιχειωμένος από τη ματαιότητα
της ύπαρξης.
Ένας ακρωτηριασμένος Άχαμπ
στο κυνήγι του απόλυτου βιώματος. Είμαι ένα κενό.
Ένα κενό απ’ το οποίο γεννιούνται αυθόρμητα
στοιχειώδη σωματίδια.
Ένα κενό
αποτελούμενο από κόκκους άμμου,
ιδρώτα, αίμα, έρωτα και δάκρυα.
Είμαι ένα βρεγμένο τσιγάρο
στα χείλη ενός αλκοολικού ζητιάνου.
Για τους άλλους ένα τίποτα.
Κι όμως… είμαι τα πάντα.
Είμαι ο υπερβατικός αριθμός που ενώνεται με την οίηση
και γεννά ποίηση.
Είμαι η ηρωίνη απ’ την οποία έχω απεξαρτηθεί.
Είμαι τα θέλω μου… τα ανεκπλήρωτα όνειρά μου.
Είμαι όσα μου λείπουν. |
Μεσότονη Εποχή
Βγαλμένη θαρρείς απ’ τα σπλάχνα του ονείρου
Σκηνές μυθικές που λιβάνι μυρίζουν
Υπέρλαμπρη λύπη στη μνήμη Εκείνου
Ωδές που δοξάζουν Αγγέλους θυμίζουν. Οι μύχιοι φόβοι νομίζαν πως ήσαν
Για πάντα κρυμμένοι στο άφατο δέος
Και τώρα το έαρ φορώντας κορόνα
Του τρόμου ξεθάβει το άγριο κλέος. Τη γεύση του χάους σκορπίζει τοις πάσι
Οι πόλεις βουβές και ο οίαξ σπασμένος
Τα πλήθη μονάχα να μένουν εν τάξη
Ενέχυρο σκάρτο ο χρόνος χαμένος. Και κείνοι που κρύψαν τους φόβους στο δέος
Τον θάνατο λέγαν πως έχουν νικήσει
Μα τώρα κοιτάνε απ’ το τζάμι τους μέσα
Τη φύση που πάει δειλά να ανθίσει. |