Βασιλειάδη Παρασκευή
Σπούδασε κλασική φιλολογία στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Είναι μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο ΠΜΣ Σχολικής ψυχολογίας –ΕΚΠΑ. Παραδίδει μαθήματα σε μαθητές Γυμνασίου-Λυκείου, αλλά και μαθήματα μελέτης σε μαθητές Δημοτικού. Παρακολούθησε σεμινάρια για μαθησιακές δυσκολίες, ψυχικές διαταραχές, συμβουλευτική γονέων, τεχνολογίες αιχμής, για παιδιά με προβλήματα όρασης, για το σύνδρομο Down και την ψυχοσωματική ανάπτυξη παιδιών και εφήβων.
Εκτός από την μητρική γλώσσα τα Ελληνικά, είναι κάτοχος πτυχίου Αγγλικών (proficiency), Γαλλικών (πτυχίο Delf) και κάτοχος πτυχίου γραφής Braille.
Αγαπά τον εθελοντισμό και έχει προσφέρει εθελοντική εργασία σε διάφορους οργανισμούς.
Απρόσκλητοι
Κάποιες φορές έρχεσαι και συνεπαίρνεις στη δίνη σου τα συναισθήματά μου...
Χωρίς γιατί και πώς, οι σκέψεις μου ακολουθούν το ρυθμό σου
χορεύοντας χωρίς να ξέρουν τα βήματα..
Τις ξεσηκώνεις από το πουθενά και τις παρασέρνεις
σε έναν αναγκαστικό χορό της θλίψης.
Να κλάψω θέλω.
Να ξεσπάσω αυτή την πίεση που πάλι δεν ξέρω από που ήρθε..
Να κλάψω χωρίς αύριο, με όλο μου το είναι.
Μόνη.
Σαν το χθες και το αύριο να είναι ψέμα.
Σαν μόνο αυτή η πνιγερή αίσθηση του κόσμου μου να είναι η αλήθεια.
Έχεις έρθει και με έχεις ξεγελάσει πάλι, μέσα σε σκοτάδια που δε θυμάμαι..
Ένας κόμπος στο στομάχι μου υπενθυμίζει πως πρέπει να σου αντισταθώ..
Δε μ’ αρέσεις.
Δε σε θέλω.
Θέλω να φύγεις..
Και αν ξανάρθεις,
να μου έχεις μάθει πρώτα τα βήματα.
Για να μπορώ να ακολουθώ
- τουλάχιστον ρυθμικά -
Τον μελαγχολικό χορό σου..
Βασιλειάδη Παρασκευή
|
Εκκωφαντική ησυχία
Μέσα στο θόρυβο δεν μπορούσαμε να ακούσουμε πολλά.
Με το ζόρι κάποια βουητά, κάποιους άναρθρους ήχους…
Πολλή κούραση και λίγος ο χρόνος για να δώσουμε σημασία.
Μέσα στην ιλιγγιώδη ταχύτητα δεν μπορούσαμε να δούμε.
Με το ζόρι κάποια χρώματα, πάντα μπερδεμένα..
Αύριο λέγαμε.
Και αυτό το αύριο όλο και μάκραινε.
Μέχρι που -ξαφνικά- ο θόρυβος σταμάτησε.
Απρόσμενα. Όχι από επιλογή.
Απορία και θυμός,
άγχος και φόβος,
αγανάκτηση και άρνηση...
Συνειδητοποίηση και υπακοή.
Κάτι ακούμε – σιγά, σιγά –
Ανοίγουμε διστακτικά τα μάτια γιατί κάτι βλέπουμε...
Καθόμαστε λίγο ακόμη ξαπλωμένοι, κλείνουμε το ξυπνητήρι,
ο δικός του ήχος δεν είναι τώρα πρωταγωνιστής.
Οι ενοχές – με δυσκολία – παύουν να υπάρχουν.
Τολμάμε και δίνουμε θέση σε εκείνους τους άναρθρους ήχους,
σε εκείνα τα μπερδεμένα χρώματα.
Πόση μελωδία και πόσο φως;
Πόση κραυγή πόνου και πόσο σκοτάδι;
Ξεχασμένες μυρωδιές...
Και, επιτέλους, αλήθεια.
Βασιλειάδη Παρασκευή
|
Το χέρι σου
Αργά η νύχτα και εγώ ταξιδεύω...
Αργοί οι δείκτες και προσπερνάω
βουνά, θάλασσες, άβατους δρόμους...
Δεν ξέρω που θέλω να φτάσω...
Θέλω παντού!
Φοβάμαι τον χρόνο,
όχι πάνω μου
αλλά δίπλα μου...
Να τρέχει χωρίς να μ’ αγγίζει
και να τον βλέπω από το τζάμι
να καλπάζει εποχές...
Δεν είμαι λυπημένη.
Νοσταλγώ.
Νοσταλγώ αυτά που δεν πρόλαβα να ζήσω,
που φοβάμαι πως δεν πρόλαβα.
Νιώθω ήρεμα, γλυκά, πικρά,
έχω άσπρα μαλλιά και χαμογελάω.
Χαιρετάω τον χρόνο που ίσως είναι μαζί μου τελικά
και γυρίζω από την άλλη.
Μ΄ αγγίζεις. Ακόμα!
Ίσως όλα τα ’χω ζήσει,
ίσως τίποτα δε λείπει...
Ίσως ο χρόνος μου, ήσουν εσύ.
Βασιλειάδη Παρασκευή |
|