Γρηγοριάδης Θεόδωρος
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1978 και σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, απ’ όπου αποφοίτησε με Άριστα. Εργάστηκε ως ηθοποιός κυρίως σε παραστάσεις του Κ.Θ.Β.Ε. και το 2010 πήρε την απόφαση να φύγει στο εξωτερικό. Από το 2010 διαμένει στην Κολωνία της Γερμανίας και δραστηριοποιείται στο χώρο της εστίασης. Παρόλο που το αντικείμενο της απασχόλησής του δεν είναι φανερά καλλιτεχνικό, ο ίδιος δίνει ποιητική διάσταση σε κάθε τι, ακόμη κι αν πρέπει να στολίσει έναν τοίχο με ποιήματα της Δημουλά.
Η ανάγκη της γραφής δημιουργήθηκε από την εφηβική ηλικία, αλλά τα περισσότερά του γραπτά παραμένουν στα σκοτεινά συρτάρια του.
Γρηγοριάδης Θεόδωρος
Φιλολογικό ψευδώνυμο: Θοδωρής Κριεζής
Ἐθνικὴ Μετεωρολογικὴ Ὑπηρεσία
Σφοδρὴ ἐπιδείνωση
τῆς ψυχῆς
μὲ πολικὲς θερμοκρασίες
ἧττα ἀτυχία φόβος
μὲ εἰλικρινεῖς ἀνέμους
πολλὰ μποφὸρ τὸ ψέμα
λίγες νεφώσεις
τοπικὰ παρεξηγημένες
μὲ ἀσθενεῖς
σποραδικὲς ὕβρεις
νὰ σημειώνονται σιωπές
νὰ σημειώνονται μεταπτώσεις
ἄνεμοι
νὰ πνέουν στασιμότητα
θερμοκρασίες
νὰ σημειώνουν ἄνοδο
παγετὸς ὅμως
σὲ ὅλα τὰ περίχωρα
τῆς δικῆς μου ἐνδοχώρας
προειδοποίηση καιροῦ
ὡστόσο
καιρὸς αἴθριος
μὲ βρῆκαν
μὲ ροῦχα καλοκαιρινά
κάτω ἀπὸ μέτρα μαῦρο χιόνι.
|
Ἔνδειξη πένθους
Μεσίστια
κυματίζει τώρα ἡ σημαία μου
κηρύσσοντας
κι ἐπίσημα πιά το πένθος
γιὰ τὸ λίγο ποὺ κατάφερα
νὰ εἶμαι
μεσίστια πενθῶντας
τὴν ἀσυγχώρητη ὀλιγωρία μου
νὰ μὴν ἐκτελῶ ἀποφάσεις
ἀποφάσεις νὰ μὴν παίρνω
κι ἀτενίζω τώρα τὴν σημαία μου
σκισμένη ἀπὸ τόσους βοριᾶδες
μὲ λωρίδες ὁριζόντιες καὶ κάθετες
μὲ χρώματα μπλὲ καὶ τέτοια
μεσίστια τὴν ἀνεμίζω
τὴν σημαία μου
καὶ δὲν παίρνω ἄλλο διαταγές
ἀπὸ τὰ φριχτά
τὰ βάθη τῆς ψυχῆς μου
καὶ δὲν σκοτώνω ἄλλον ἄνθρωπο
δὲν τουφεκίζω ἄνθρωπο κανέναν
τὸ λοιπὸν μεσίστια
κι ἀφοῦ ὁρκίστηκα
σὰν πειθαρχημένος στρατιώτης
στὶς νεοσύστατες ἐπάλξεις
νὰ μὴν λιγοψυχήσω
μὲ ρώτησα
γιὰ μιὰ στερνὴ φορά
ἔπαρση ἢ ὑποστολὴ τοῦ ἐγώ μου
κι ὁλοφάνερα
ἐπαίρω τὸ ἐγώ μου
ὁπλίζω τὸ τουφέκι μου
ἔσο ἕτοιμος
γιὰ μάχες καὶ γιὰ πτώματα
ἔσο ἕτοιμος
νὰ τουφεκίζεις πάλι.
|
Ἀρχίσατε πῦρ
Ἀγέρωχη ὑποταγή
ποὺ τρύπωσες
ἄτιμα
ἀπό τὴν λαιμόκοψη
τοῦ πουκαμίσου
πῆρες τὴν γλύκα
τῆς ἀνεμελιᾶς
ἀτίμασες
τὸ ἄσπρο μου
καὶ τίς παπαροῦνες
ἀπὸ τὰ χέρια
πῆρες
περίστροφο
στὰ χέρια τώρα
ἐγὼ κρατῶ
νὰ θερίσω
αὐταπάτες
νὰ ξεριζώσω
ἀπὸ μέσα μου
τόσο ἀκέραιο
γιὰ ἐκεῖνον
αἴσθημα.
Γρηγοριάδης Θεόδωρος/Κολωνία
|
|
Έχει διαβαστεί 162 φορές