Κασέρης Ιωάννης
Ο Ιωάννης Κασσέρης γεννήθηκε το 1944. Αποφοίτησε από το Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθηνών και υπηρέτησε την στρατιωτική του θητεία ως έφεδρος αξιωματικός. Διετέλεσε Προσωπάρχης του Δήμου Ρόδου και διορίστηκε στο Βιομηχανικό και Εμπορικό Επιμελητήριο Δωδεκανήσου. Είχε παράλληλα εγγραφεί στο τρίτο έτος της Νομικής αλλά δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Τράπεζας Δωδεκανήσου και το 2001 έγινε Διευθυντής του Βιομηχανικού και Εμπορικού Επιμελητηρίου Δωδεκανήσου. Σήμερα είναι συνταξιούχος αλλά ακμαίος και συνεχίζει να ασχολείται με τα κοινά για το καλό του τόπου του και της κοινωνίας.
Σαν σε χάσω
Με σκότη μακρινότερα
Θα σμίξω την καρδιά μου
Σαν σε χάσω.
Τη λήθη εκεί παθιάρικα
Θα θέλω ν’ αγκαλιάσω,
Μα θα ‘ναι αργά.
Τ’ απόριζα της ρίζας σου
Φιλιά της σκέψης, χάδι.
Ξανάνιωμα της θύμησης.
Της φαντασίας το ξάναμμα,
από σέ θα παίρνει λάδι,
ηδονικά, τυραννικά.
Και σαν φουντώνει η φωτιά,
Με τον καπνό καβάλα,
Θα τριγυρνώ μεσ’ τ’ άστρα.
Θα περπατώ σαν ζωντανός,
Μέσα στα πεθαμένα,
Κάτω απ’ τις κούφιες ερημιές.
Εκεί! Που ανέμελα φυτρώνουν,
Δίπλα στο σκίνο, στη μυρτιά,
Φωλιές, ζωή και χάρη,
Κι όνειρα πάλευαν, βουβά,
Για να βρουν τη φωνή τους,
Να ζήσουν μες την ύπαρξη,
Που άστραφτε κι ευωδίαζε
Και ξέφευγε απ’ τα χείλη,
Με λέξεις ροδοστάλαχτες,
Που πάλευαν κι ετούτες,
να βρουν τον ύπνο, σε όνειρο,
να ξαποστάσουν λίγο.
Κι όταν το λάδι καίγεται
Και τ ‘άλογο μου χάνω,
Θα περπατώ! Δεν θα πετώ!
Κι αλόγιστα απ’ το γκρέμισμα
Θα πέφτω στη συνήθεια,
Και τα όνειρα θα κλαίγουνται,
Κι η φαντασία θα κλείνει,
Ερμητικά τις πόρτες της,
Για να μου φέρει λήθη.
Ίσως ετούτος να ‘ναι ο λογισμός,
Μα δύσκολα τον φτάνω,
Γιατί ‘ναι κρύος κι άγριος,
Κι όπου να τονε πιάσω,
Πάλι με λάδι από σε
Το ξάναμμα φουντώνει.
Σαν το ποτάμι που κυλά
Χωρίς να στρέφει πίσω.
Κι ας βλέπει το χαμό του,
Στη θάλασσα σαν θα χυθεί,
Και νιώσει τον πνιγμό του,
Θα βρει τον εαυτό του.
Μα θα ναι ο πνιμός γλυκός,
Σα φέρει τη γαλήνη,
Στο ξέπνεμα της μνήμης.