Πάττα Ισμήνη
Γεννήθηκε το 1957. Έκανε σπουδές στα οικονομικά –στη Γαλλία- και στη μουσική: Πτυχίο Αρμονίας από το Ελληνικό Ωδείο. Το 2007 κυκλοφόρησε το βιβλίο της «Κόκκινο, γλυκό κεράσι» από τις εκδόσεις «Υδρόγειος», με τρεις ποιητικές συλλογές: «Ημερολόγιο», «Ηλιανθέμια», «Σεληνόηχοι». Έχει επιπλέον δημοσιεύσει άρθρα της για πολιτιστικά θέματα σε εφημερίδες, σε τοπικό τύπο και στα πρακτικά του Συμποσίου Ποίησης Πατρών, στο οποίο είναι μέλος από το 2006. Διακρίθηκε σε ποιητικούς διαγωνισμούς και παρουσίασε σκηνικό δρώμενο μουσικής και ποίησης στο Θεατρικό Εργαστήρι του Δήμου Ελληνικού. Διαβάζω τα «Ηλιανθέμια» της Ισμήνης Πάττα και ζω τον άκρατο λυρισμό της ποιήτριας, το φλοίσβο του έρωτα , σαν από άλλο γαλαξία, μακρινό κι αναμάρτητο, και ζω τη μεταφυσική αγωνία της, στων στίχων τη σκοτεινότητα, σαν βούκινο να ηχεί το πέλαγο να περάσουμε αντίκρυ αναίμακτοι, θρόισμα της αγάπης, αχολόι ενός κόσμου που ξεπέρασε των φθαρτών την ανάγκη και μεθάει με ποίηση και με έρωτα.
Ας απολαύσουμε λίγους στίχους της, να γίνουμε ιεροφάντες της τελετουργίας του ερωτισμού της ποιητικής της, στο βαθμό του ελεύθερου στίχου της.
Είναι , όπως θα έλεγε και ο Νάσος Βαγενάς μια μοντέρνα ποιήτρια.
Απόσπασμα του λόγου του ποιητή Θόδωρου Σαντά
από την παρουσίαση του βιβλίου της Ισμήνης Πάττα,
«Κόκκινο γλυκό κεράσι» των εκδόσεων «Υδρόγειος» στην Αθήνα.
Ποιήτρια της ελιάς και των αναμνήσεων, των Ημερολογίων και των Σεληνόηχων, λίγους στίχους έδρεψα απ’ τα Ηλιανθέμια, να σκεπάσω τη γύμνια της γης, «μεταξωτός αντίκτυπος μιας άλλης εποχής», σαν το δικό σου στίχο, της σκοτεινιάς να διώχνω το σκότος και να περνάω απευθείας στο φως. Συνέχισε ποιήτρια να ψάλλεις, τη ζωή και το θάνατο, την αντρεία, τον έρωτα και το φως, τις άσπρες σου λαχτάρες να λακτίσεις. Συνέχισε απτόητη με τους παιδικούς σου υάκινθους, στου χρόνου τη χρεία να αφήσουμε της καρδιάς τις δημιουργίες, στην ακτή του Ηετίωνα*, ασίγαστο κύμα της διανόησης.
*Αετίων ή Ηετίων. Έλληνας ζωγράφος που καταγόταν ίσως από την Ιωνία. Έζησε τον Δ! π.Χ. αιώνα. Ένα από τα μεγαλύτερα έργα του είναι ο γάμος της Ρωξάνης με τον Μέγα Αλέξανδρο. Ο Λουκιανός και ο Πλίνιος τον θεωρούν , έναν από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες της ελληνικής αρχαιότητας
Αναμνήσεις
Δεν βρήκα τους παιδικούς μου υάκινθους να σου χαρίσω
μόνο θυμάρια, άγριες φράουλες και κοκκινωπά αγκάθια,
αιχμές μυτερές στη δοκιμασία της θύμησής μου.
Θέλω αυτό το αεράκι που στο πέρασμά του ριγεί το κορμί μου
να σου δώσω. Πώς να το κλέψω;
Χώθηκα σε μιαν ελιά, βολεύτηκα στα κλωνάρια
και σαν επικυρίαρχος άπλωσα τα χέρια μου στο μήκος τους.
Αργά, σιγά, ένοιωθα το κάθε μικρό γδάρσιμο,
τη σταγονίτσα αίμα να μπολιάζει το κάθε μάτι.
Μα δεν έπρεπε ν’ αφήσω ίχνη.
Το κορμί μου σκίρτησε μαζί με τα κλαδιά
αιχμαλωτίζοντας το αγέρι.
Διαμέλισα γρήγορα-γρήγορα τις λέξεις στα κλαδιά,
κρέμασα θύμησες από τις άκρες τους,
σαν χριστουγεννιάτικο δένδρο.
|
Ελιά
Ελιά, λέγεται το τραγούδι του δισταγμού μου.
Ριγεί στον κάθε αναστεναγμό της αμφιβολίας
μήπως κα παρασυρθεί από κάποιο μελτεμάκι
από κάποιο κρυφό «ναι», ένα δυνατό «όχι»
και κουρνιάσει σε μια ελεύθερη ποιητική επινόηση
ενορχηστρωμένη με λαμπυρίζουσες συγχορδίες.
Πίνω λίγο-λίγο από το πεπρωμένο μου
χωρίς φτερά, χωρίς πίστωση χρόνου.
Μοιχός των εντυπώσεων και των περιστάσεων
σαν την Αθήνα όταν ακροβατεί.
Κάτω από την ελιά ο ίσκιος της σιωπής μου
φιλάρεσκα απειλεί, σαν εφιάλτης αναχαιτίζει
τις ανατέλλουσες ελπίδες ενός δενδρύλλιου.
|